Ποιάν Ώρα Ήγγικεν ... η Αλήθεια;
Τελευταία που το διάβασα,
"ήγγικεν η ώρα" ...
σε ένα γράμμα από Β. Ήπειρο 1988,
ταράχτηκα, όμορφα γιατί, λεύτερη σκέψη μου έβγαζε,
ο κωδικός και, ο αχός στο γράμμα, το κλεμμένο ...
Έζησα όσα ήλθαν από τότε,
όσα υπέστημεν οι άγνωστοι Δίες,
ότι μας έλαχε να ζήσουμε,
θέλοντας και μή,
οι πολλοί ...
Μέτραγα από παιδί τα λάθη,
αυτά που έγιναν στη χώρα αυτή, τα πάθη,
όσα εβίωσα τριγύρω μου να ανοίγουν
το λάκκο που κατάπιε σαν αρπακτικό,
φιλότιμο, τσίπα, μια περηφάνεια μίζερη,
μίαν απαίτηση υποκριτική,
κι ακόμα πιότερο στο σήμερα,
αποπνικτική,
το χθές να θέλουνε όλοι, να γυρίσει.
Λες και το χθές που μας γονάτισε,
θα μας ορθοποδίσει ...
Μέτραγα από παιδί την εισροή,
και τώρα που παράγινε,
συζήτηση μοναδική,
των ανιστόριτων σ' αυτή τη πόλη,
με περιβάλει κουρνιαχτό, απόλυτα άδικο,
για ... ρατσισμό ...
Κι εγώ γελώ ..
Εδώ, όπου όλα τα ανεχτήκαμε,
όλα τα βιώσαμε και,
όλα τα βοηθήσαμε να συμβούν,
........
όσοι πολλάκις σθεναρά αντισταθήκαμε
στον ανεξέλεγκτο ρυθμό, στο παρελθόν το μακρυνό,
τριάντα χρόνια εισροή, εισδοχή και αποδοχή,
......... απολογιόμαστε;;;;;;;;;;
Τη πόλη μου καταστρέψανε οι δικοί μου,
το κωλοσυμμάζεψα,
τα στέκια μου τα χαρίσανε, οι δικοί μου,
το πικρανέχτηκα,
τα σπίτια μας ενοικίασαν, οι δικοί μου,
το απέρριψα μα,
τη γειτονιά μου εχρωμάτισαν, οι δικοί μου,
κι' όμως, ... εδώ 'γω ζώ ακόμη
μα,
ως πότε θα τ' ανέχομαι εγώ,
εδώ, στη πόλη μου να αλωνίζουν
οι επαρχιώτες, οι δικοί μου,
οι λαθραίοι, οι δικοί τους, οι γάτες,
τα σκυλιά, τα κομματόσκυλα,
οι μούμιες, οι αλλόθρησκοι,
οι μαύροι, κίτρινοι, οι μελαμψοί,
κάθε της καρυδιάς καρύδι;
Κι' αν τη σέβονται,
εγώ, χαλί να γίνω μα,
οι δικοί μου πρώτοι, καίνε το σύμπαν,
κι ας ήρθαν απ' αλλού.
Γιατί, οι που καίνε,
δεν είναι από εδώ.
Είν' απ' αλλού.
Από χωριά και πόλεις,
όπου αν κακό θα πείς,
απ' της πλατείας τη φλαμουριά
στ' άσπρο φτερό θα κρεμαστείς.
Εδώ;
Μα και που τους ανέχονται
εκιούς δα τους δοσίλογους,
που φέρανε,
κι' όπου τους κανακεύουν,
ακόμη στα κατάστιχα τους έχουν,
περιμένουν,
χρόνια παλιά να ξαναζήσουν,
να γευτούν το μέλι τ' άψυχου ουρανού,
.... όλοι τους είναι απ' αλλού.
Κι' όμως, ... εδώ 'γω ζώ ακόμα.
Για μένα άραγε, χρόνια εικοσιδυό
τριάντα δυό ... μετά,
... ποιάν ώρα "ήγγικεν" η αλήθεια;
α.α/ Αλέξανδρος (ο Αθηναίος)
(Π.Α.-12 Οκτωβρίου 2012-02:25πμ.)
Τελευταία που το διάβασα,
"ήγγικεν η ώρα" ...
σε ένα γράμμα από Β. Ήπειρο 1988,
ταράχτηκα, όμορφα γιατί, λεύτερη σκέψη μου έβγαζε,
ο κωδικός και, ο αχός στο γράμμα, το κλεμμένο ...
Έζησα όσα ήλθαν από τότε,
όσα υπέστημεν οι άγνωστοι Δίες,
ότι μας έλαχε να ζήσουμε,
θέλοντας και μή,
οι πολλοί ...
Μέτραγα από παιδί τα λάθη,
αυτά που έγιναν στη χώρα αυτή, τα πάθη,
όσα εβίωσα τριγύρω μου να ανοίγουν
το λάκκο που κατάπιε σαν αρπακτικό,
φιλότιμο, τσίπα, μια περηφάνεια μίζερη,
μίαν απαίτηση υποκριτική,
κι ακόμα πιότερο στο σήμερα,
αποπνικτική,
το χθές να θέλουνε όλοι, να γυρίσει.
Λες και το χθές που μας γονάτισε,
θα μας ορθοποδίσει ...
Μέτραγα από παιδί την εισροή,
και τώρα που παράγινε,
συζήτηση μοναδική,
των ανιστόριτων σ' αυτή τη πόλη,
με περιβάλει κουρνιαχτό, απόλυτα άδικο,
για ... ρατσισμό ...
Κι εγώ γελώ ..
Εδώ, όπου όλα τα ανεχτήκαμε,
όλα τα βιώσαμε και,
όλα τα βοηθήσαμε να συμβούν,
........
όσοι πολλάκις σθεναρά αντισταθήκαμε
στον ανεξέλεγκτο ρυθμό, στο παρελθόν το μακρυνό,
τριάντα χρόνια εισροή, εισδοχή και αποδοχή,
......... απολογιόμαστε;;;;;;;;;;
Τη πόλη μου καταστρέψανε οι δικοί μου,
το κωλοσυμμάζεψα,
τα στέκια μου τα χαρίσανε, οι δικοί μου,
το πικρανέχτηκα,
τα σπίτια μας ενοικίασαν, οι δικοί μου,
το απέρριψα μα,
τη γειτονιά μου εχρωμάτισαν, οι δικοί μου,
κι' όμως, ... εδώ 'γω ζώ ακόμη
μα,
ως πότε θα τ' ανέχομαι εγώ,
εδώ, στη πόλη μου να αλωνίζουν
οι επαρχιώτες, οι δικοί μου,
οι λαθραίοι, οι δικοί τους, οι γάτες,
τα σκυλιά, τα κομματόσκυλα,
οι μούμιες, οι αλλόθρησκοι,
οι μαύροι, κίτρινοι, οι μελαμψοί,
κάθε της καρυδιάς καρύδι;
Κι' αν τη σέβονται,
εγώ, χαλί να γίνω μα,
οι δικοί μου πρώτοι, καίνε το σύμπαν,
κι ας ήρθαν απ' αλλού.
Γιατί, οι που καίνε,
δεν είναι από εδώ.
Είν' απ' αλλού.
Από χωριά και πόλεις,
όπου αν κακό θα πείς,
απ' της πλατείας τη φλαμουριά
στ' άσπρο φτερό θα κρεμαστείς.
Εδώ;
Μα και που τους ανέχονται
εκιούς δα τους δοσίλογους,
που φέρανε,
κι' όπου τους κανακεύουν,
ακόμη στα κατάστιχα τους έχουν,
περιμένουν,
χρόνια παλιά να ξαναζήσουν,
να γευτούν το μέλι τ' άψυχου ουρανού,
.... όλοι τους είναι απ' αλλού.
Κι' όμως, ... εδώ 'γω ζώ ακόμα.
Για μένα άραγε, χρόνια εικοσιδυό
τριάντα δυό ... μετά,
... ποιάν ώρα "ήγγικεν" η αλήθεια;
α.α/ Αλέξανδρος (ο Αθηναίος)
(Π.Α.-12 Οκτωβρίου 2012-02:25πμ.)