30 Απρ 2014

Ο Δρόμος μέχρι το Παγκάκι ...

.
Στρώθηκε κάποτε,
σύλληψη ενός μυαλού,
τσιμέντο, ιστορία, όνομα,
έμπνευση,
έμεινε να τον πατούν,
περπατούν, νυχτο-περπατούν.

Τον στόλισαν κάποτε,
του άρεσε η μυρωδιά από τα λέλουδα,
ρομαντικός ο δρόμος,
αγάπησε τους φίλους του.

Λουλούδια, πατήματα,
σκυλιά, γατιά, αυτοκίνητα μα,
πιό πολύ, αγάπησε τους ανθρώπους.

Κι έμεινε γερός, στιβαρός, ευθύς,
όσο μπορούσε να σηκώσει η πλατούλα του
του βίου μας τις ανάγκες,
κλωτσιές, βρισιές, φτυσιές,
τσιγάρα, χαρτιά, απόγνωση,
μα, ... και των νέων,
εκείνη τη ροματική περπατισιά,
γλυκόλογα της έλεγε ο νιός,
τον κοίταζε εκείνη γοητευμένη,
στάθηκε να φιλήσει την,
ο δρόμος κοίταξε λοξά ... αγαπημένα αλλού,
τις δυό σκιές, κι αυτές τις έκρυψε,
να μείνει το συναίσθημα γυμνό, που τους αξίζει.

Το πρωί, νέα ζωή, περάσματα,
εκείνος με χαμόγελο, έσταξε δροσοσταλιές,
"να καταλάβεις, να σαι εκεί" ψιθύρησε ...

Σαν κάθισα, ο ψίθυρος καθάρισε,
ξυπόλητος ατένισα το βράχο εκιόν τον Ιερό,
από εκεί που η διαδρομή,
το όνειρο και του Θησείου οι Οδοί,
μ' έφτασαν ... στο παγκάκι.

Εδώ, που ψιθυρίζουν τα στενά,
βοούν τα ακροκέραμα,
βρέχει το κλάμα του ο Θεός,
φωτίζει ο ήλιος τη Ζωή,

ξυπνούν τα όνειρα,
στη πρώτη ηλιαχτίδα,
γεννούν παρέα με τη δροσοσταλιά,
Θησειώτικη, μοναδική Ελπίδα.



α/α. Αλέξανδρος
(Π.Α.-30/04/2014-02:00 π.μ.)

.