6 Μαρ 2010

Ο Κάβος ...

.

Ο Κάβος,
βρεγμένος απ' αλμύρα,
απ' το νερό της θάλασσας,
της φίλης του,
σαν πάντοτε,
ρούφηξε τα υγρά της και,
... τίποτα δεν είπε ...

Κορμάκι του έστησαν νεκρό,
άψυχο ν' αναμένει,
να δίνει πλέρια δύναμη,
στα κύματα τα ζοφερά,
πλάτες του να θεριεύει,
ένα κουφάρι μέταλλο,
κινήσεις του να υπομένει,
σαν,
η ζωντάνια να πηδάει,
απ' τις καμπύλες του,
που σμίλευσαν βαρβάροι,
στο άψυχο κορμί του.

Εκεί τον τοποθέτησαν.
Δυο άκρες στο λιμάνι.

Έφυγαν ...

Κοιτούν από μακρυά και,
... περιμένουν.

Κι εκείνος ...,
πόνους, τραντάγματα,
της θάλασσας τα ουρλιαχτά,
μετρά, υπομένει,
στο λάρυγγά του καταπιά,
κρατά,
εξ' ίσου ... αναμένει.

Ξημέρωσές μας, φίλε φωτεινέ,
κι' εκείνον τον εχάιδεψες,
αλάργα,
σαν να γνωρίζεις πιό πολλά ....

Δώσ' του κουράγιο και,
δυο σφουγγίσματα απ' τη καρδιά μας.

Να ξέρει πως,
νεκρός γεννήθηκε,
στο πλάϊ μας κρατήθηκε,
γοργόνες αποκρίθηκε,
... μα,
απ' όλους κι όλα,
στο καιρό,

... πλέρια πολλά αγαπήθηκε.

Να ξέρει ...



α/α Αλέξανδρος
(Π.Α.-06/03/2010-12:34π.μ.)

.

Δεν υπάρχουν σχόλια: