7 Σεπ 2008

Εσέ Που Εφώναξα, Ρωξάνη ...

.
Σου εφώναξα,

... "Ρωξάνη" ...
μα, δε μ' άκουσες.

Ψέλλισες ίσως,
'ποκρίθηκες λειψά,

μην και μας ... εγκατα-έλειψες;

Ίσως...

Πόσα σ' εχρώσταγα?
Ζωή, ολάκερη μου ένα χρέος ...

Πόσο σε 'πίστευα?

Το καταπίστευμα,
ολάκερο αποδόθηκε...
σέ μια ψυχή ...
...με δυό περαστικές κραυγιές,
... μονάχο του προδώθηκε.

Με άλλες πολλές,
... ανταλλάκθηκε...
εμίσεψε,
... μηδενική πνοή που φύσηξε.

Σε βάλτο μοιρασμένη ανάμεσα,
σε όχθες με τριαντάφυλλα και,
όχθες με αγκάθια.

Αναμονή κι' ελπίδα της,
σκέψη διαχρονισμένη το,
ΠώΣ,
θα γενεί ο ίσκιος μας,
ΈνΑΣ,
για ούλους εμάς,
τους 'μας.

Το αυριανό ξημέρωμα,
να βρεί τη θυγατέρα,
χέρι με χέρι με το νιό,
να δρασκελούν πιό πέρα,

υγειά και γνώση, απόλαυση,
κι ο δρόμος,
χωρίς σκόνη,
όμορφη να 'ναι η εξοχή,
όμορφο το μπαλκόνι,

'περήφανος ο λατρευτός παππούς,
που 'φτιαξε φασολάδα,
στο καφενέ μικρού χωριού,
και μια χαμογελάδα, γιατί,

να ζεί, μπόραγε τη ζωή,
στο τόπο που 'χε οργώσει,
τ' άφησε ο τόπος πλεόνασμα,
να πάει να τ' ανταμώσει.

Κι εγώ,
είδα πιο πίσω μου,
κοίταξα και μπροστά μου,
μα,
τι να πω προς τα παιδιά,
πώς να 'ν τα γηρατειά μου;

Ήμουν ο Νιός και ...Γέρασα,
μας λέει ο Λαός,
Μα 'γώ ακόμη ψάχνομαι,
να βρώ εκιό το,...

..Πώς.


α.α. Αλέξανδρος
(Π.Α.-27 ΝΟΕ 2008-01:59 π.μ.)

.

Δεν υπάρχουν σχόλια: